Nέα και ενδιαφέροντα στοιχεία για τη μινωική εξάπλωση και τη συνακόλουθη επικράτηση της μινωικής ειρήνης (pax minoica) στο αρχιπέλαγος, έφερε στο φως η αποστολή του Πανεπιστημίου Θράκης στο Αιγαίο. Μια σειρά από νέους οικισμούς Μινωικού χαρακτήρα, οι οποίοι χτίστηκαν και καταστράφηκαν από σεισμούς στη διάρκεια της λεγομένης ανακτορικής περιόδου (περ. 1800-1500 π. Χ.).
Κάποιοι από αυτούς είναι παραθαλάσσιοι με μεγάλες δυνατότητες ελλιμενισμού σε αμμουδιές, ενώ άλλοι βρίσκονται σε απόσταση μόλις 400 - 800 μ. από τις ακτές, με τις οποίες υπάρχει απόλυτη οπτική επαφή. «Αυτό υποδηλώνει, πέρα από τη ναυτιλιακή (αλιευτική - εμπορική) δραστηριότητα και τις επαφές με την Κρήτη, την ασφάλεια που ένιωθαν, προφανώς ως αποτέλεσμα της μυθολογούμενης εξουδετέρωσης της πειρατείας από τον βασιλιά Μίνωα», λέει ο επ. καθηγητής Μανόλης Μελάς, που διευθύνει την ανασκαφή.
Η έρευνα που ξεκίνησε τη χρονιά που πέρασε είναι ένα από τα επιστημονικά προγράμματα του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου και υπολογίζεται να διαρκέσει τέσσερα χρόνια. Συγκεκριμένα, περιλαμβάνει τη συστηματική επιφανειακή εξερεύνηση του Αφιάρτη, μιας γόνιμης πεδιάδας στη νότια Κάρπαθο. «Το πρόγραμμα επικεντρώνεται, πλην της αρχαιολογίας, σε ζητήματα γύρω από τη γεωλογία, τη γεωμορφολογία, την οικολογία και την εθνογραφία. Στοχεύει στη διερεύνηση ενός συγκεκριμένου νησιωτικού περιβάλλοντος, που προσφέρει τη δυνατότητα να μελετηθεί η αλλαγή και η συνέχεια σε περιοχές όπως η φύση, η ιστορία και ο υλικός πολιτισμός.
Κύρια επιδίωξη της έρευνας είναι να μελετήσει τη σχέση ανάμεσα στο φυσικό περιβάλλον και την ανθρώπινη εγκατάσταση, ιδιαίτερα τη μινωική, στην υπό μελέτη περιοχή». Απαραίτητο όπως σημειώνει, προκειμένου να κατανοηθεί ο χαρακτήρας της οικιστικής διάταξης σε συνδυασμό με την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών, των στρατηγικών αυτοσυντήρησης και της κοινωνικο-πολιτικής οργάνωσης».
Εδώ, όπως και παντού αλλού, η γη και οι συναφείς πόροι επιβίωσης φαίνεται να συνιστούν διαχρονικώς το βασικό κριτήριο στη διαμόρφωση των οικιστικών δομών - τουλάχιστον στη διάρκεια της Μινωικής, Ρωμαϊκής και παραδοσιακής εποχής που στην περιοχή αυτή αντιπροσωπεύονται αρκούντως στο αρχαιολογικό υλικό. Σημαντικοί παράγοντες είναι επίσης η εγγύτητα άλλων πόρων, όπως το νερό και η θάλασσα.
Η περιοχή θα μπορούσε, υποστηρίζει ο κ. Μελάς, να διαιρεθεί σε τρεις οικολογικές ζώνες, που είναι όλες από λίγο έως πολύ παράλληλες προς την ακτή και βλέπουν ανατολικά. Φαίνεται πως ίσως δεν έπαψαν ποτέ να καλλιεργούνται, αν και προφανώς σε ανόμοιο βαθμό και με διαφοροποίηση σε κάθε περίοδο της καλλιεργούμενης ποικιλίας. Ομοίως ανόμοια ήταν προφανώς και η επάρκεια σε νερό.
Η γόνιμη γη ήταν πολύτιμη και γι’ αυτό η χρήση της, πέρα από την καλλιέργεια, απεφεύγετο».
Eτσι, η γεωχρησία ήταν πάντα προδιαγεγραμμένη και η ανθρώπινη εγκατάσταση περιοριζόταν σχεδόν πάντα και ιδιαίτερα στη μινωική εποχή σε πετρώδη, μη αρόσιμα μέρη, που ήταν κατά κανόνα υπερυψωμένα (χαμηλοί λόφοι ή πεταλοειδείς ράχες) προκειμένου να εξασφαλίζεται στέρεη θεμελίωση, θέα, έλεγχος και ασφάλεια. Αυτό φαίνεται από τη μελέτη αρκετών μινωικών αλλά και ρωμαϊκών και νεότερων οικισμών σε δύο ζώνες.
Τι πιστεύει ο ανασκαφέας για το μέλλον; Να αποκαλυφθούν δεκάδες ακόμη μινωικοί οικισμοί που «θα εδραιώσουν με πιο στέρεο τρόπο τη μυθική, ιστορική παράδοση για τη θαλασσοκρατία του Μίνωα και τη συνακόλουθη ειρήνη στο Αιγαίο». Περισσότερες λεπτομέρειες μπορεί να βρει κανείς και στον πρώτο τόμο των «Καρπαθιακών Χρονικών».
Πηγή:kathimerini.gr